Στοιχεία υπερρεαλισμού στο ποίημα:
συγχέεται το όνειρο με την πραγματικότητα και δημιουργούνται συνειρμοί, δεν
υπάρχει λογική σύνδεση των νοημάτων, η ελεύθερη μορφή του ποιήματος
(στιχουργική σύμφωνη με τα χαρακτηριστικά τα νεότερης ποίησης, απουσία σημείων
στίξης, ασύμμετρες στροφές, ανομοιοκατάληκτοι στίχοι), μεταφορική χρήση λέξεων,
σύμβολα, λεκτικά σύνολα ασύμβατα μεταξύ τους.
Τίτλος: ¨Ένα έναρθρο ουσιαστικό που
ανταποκρίνεται στο περιεχόμενο του ποιήματος. Η Αποκριά εδώ είναι η πιο σκληρή
περίοδος της νεότερης ιστορίας μας. Αυτή τη δύσκολη εποχή ο ποιητής την
καλύπτει, τη μεταμφιέζει για να μη φαίνεται και τον πληγώνει. Κάνει όμως και πιο
φανερή την τραγική εποχή που τον περιβάλλει. Μια μεταμφίεση αποτελεί κρυφή
επιθυμία του μεταμφιεζομένου. Άρα η ίδια η πραγματικότητα θέλει να
μεταμφιεστεί. Ο ποιητής μεταμφιέζοντάς την δείχνει τα πραγματικό της πρόσωπο.
«Ο τίτλος είναι κυριολεκτικά και φαινομενικά ουδέτερος.
Και μόνον ύστερα από το διάβασμα όλου του ποιήματος μας δείχνει και τη
μεταφορική του σημασία. Μας δείχνει τη διπλή διάσταση του θέματος, που είναι: η
πραγματική «αποκριά», αλλά και η «μαγική» αποκριά. Διπλή διάσταση, γιατί
παρουσιάζεται η γνωστή γιορτή ως εμπειρία κοσμική με την περιγραφή ενός εθίμου,
αλλά και εξωκοσμική γιατί πίσω από τις μάσκες και τη μεταμφίεση, που εδώ απλώς
εξυπακούονται, μας δίνεται εξίσου ρεαλιστικά το νόημα της μεταμόρφωσης του
ανθρώπου και του κόσμου. Παρουσιάζεται ως γεγονός πολύ κοντά μας, αλλά και ως
φαντασία μακριά μας […].
Ο χώρος, όπου στήνεται η σκηνογραφία, απλώνεται σε δύο περιοχές. Αντίστοιχα ορίζονται και οι δύο αφηγηματικές ενότητες του θέματος: η πρώτη εκτείνεται σε ένα διάστημα ορίων μεταξύ μιας συνοικίας αστικής και του ουρανού (στ. 1-13) και η δεύτερη, αντιστρόφως, μεταξύ ουρανού και γης (και θάλασσας, στ. 14-19). Η πρώτη είναι αυτή που συγκρατεί το βάρος της αφήγησης, ενώ η δεύτερη είναι το συμπλήρωμά της: η μυθιστορηματική, θα λέγαμε, προέκταση του θέματος.
Ο χώρος, όπου στήνεται η σκηνογραφία, απλώνεται σε δύο περιοχές. Αντίστοιχα ορίζονται και οι δύο αφηγηματικές ενότητες του θέματος: η πρώτη εκτείνεται σε ένα διάστημα ορίων μεταξύ μιας συνοικίας αστικής και του ουρανού (στ. 1-13) και η δεύτερη, αντιστρόφως, μεταξύ ουρανού και γης (και θάλασσας, στ. 14-19). Η πρώτη είναι αυτή που συγκρατεί το βάρος της αφήγησης, ενώ η δεύτερη είναι το συμπλήρωμά της: η μυθιστορηματική, θα λέγαμε, προέκταση του θέματος.
Εικόνες : δες ποίημα (6 συνολικά) «Αλλά
το χαρακτηριστικά ιδιαίτερο της ποιητικής ατμόσφαιρας του Σαχτούρη οφείλεται
στην εκλογή των στοιχείων που κάνει για να αποδώσει μια κατάσταση. Γίνεται
περιγραφικός. Η φαντασία του δηλαδή δεν φαίνεται να έχει οικοδομηθεί επάνω σε
λέξεις αλλά σε παραστάσεις. Από την πλευρά της λεκτικής του λιτότητας μπορεί να
χαρακτηριστεί ως ο λιγότερο ρητορικός απ’ όλους τους άλλους Έλληνες
υπερρεαλιστές».
«Δύο είναι οι πραγματικότητες, ανάμεσα στις οποίες κυμαίνεται το ποίημα:
α) Η αληθινή αποκριά: τα συστατικά της διαφαίνονται στο ποίημα: Το γαϊδουράκι, που γυρίζει στους δρόμους, τα παιδιά με τους χαρταετούς, ο χαρτοπόλεμος. Σ’ αυτά τα αντικειμενικά συστατικά της αποκριάς (της πραγματικότητας) μπορούν να προστεθούν οι εικόνες της γυναίκας, των στρατιωτών και του φεγγαριού, που, βέβαια, δεν εντάσσονται μέσα στο συνηθισμένο σκηνικό πλαίσιο της αποκριάς, αλλά είναι στοιχεία της πραγματικότητας κι όχι ποιητικά είδωλα, έχουν αφετηρία τις εμπειρίες του ποιητή. β) Το ποιητικό είδωλο της αποκριάς: Διαμορφώνεται με την προσθήκη ορισμένων λέξεων ή φράσεων με βάση τις εικόνες της πραγματικής αποκριάς (ή απλώς: της πραγματικότητας). έτσι έχουμε: το γαϊδουράκι που γυρίζει στους έρημους δρόμους, όπου δεν ανάπνεε κανείς (εικόνα 1η, στ. 2-3). πεθαμένα παιδιά ανέβαιναν ολοένα στον ουρανό/ κατέβαιναν μια στιγμή να πάρουν τους αετούς τους/ που τους είχαν ξεχάσει (εικόνα 2η, στ. 5-7. Εδώ η μόνη λέξη που αντιστοιχεί στην πραγματική αποκριά είναι οι αετοί). γυάλινος χαρτοπόλεμος/ μάτωνε τις καρδιές (εικόνα 3η, στ. 8-9). μια γυναίκα γονατισμένη/ ανάστρεφε τα μάτια της σα νεκρή (εικόνα 4η, στ. 10-11). μόνο περνούσαν φάλαγγες στρατιώτες εν-δυο/ εν-δυο με παγωμένα δόντια (εικόνα 5η, στ. 12-13). Το βράδυ βγήκε το φεγγάρι/ αποκριάτικο/ γεμάτο μίσος/ το δέσαν και το πέταξαν στη θάλασσα/ μαχαιρωμένο (εικόνα 6η, στ. 14-18).
«Δύο είναι οι πραγματικότητες, ανάμεσα στις οποίες κυμαίνεται το ποίημα:
α) Η αληθινή αποκριά: τα συστατικά της διαφαίνονται στο ποίημα: Το γαϊδουράκι, που γυρίζει στους δρόμους, τα παιδιά με τους χαρταετούς, ο χαρτοπόλεμος. Σ’ αυτά τα αντικειμενικά συστατικά της αποκριάς (της πραγματικότητας) μπορούν να προστεθούν οι εικόνες της γυναίκας, των στρατιωτών και του φεγγαριού, που, βέβαια, δεν εντάσσονται μέσα στο συνηθισμένο σκηνικό πλαίσιο της αποκριάς, αλλά είναι στοιχεία της πραγματικότητας κι όχι ποιητικά είδωλα, έχουν αφετηρία τις εμπειρίες του ποιητή. β) Το ποιητικό είδωλο της αποκριάς: Διαμορφώνεται με την προσθήκη ορισμένων λέξεων ή φράσεων με βάση τις εικόνες της πραγματικής αποκριάς (ή απλώς: της πραγματικότητας). έτσι έχουμε: το γαϊδουράκι που γυρίζει στους έρημους δρόμους, όπου δεν ανάπνεε κανείς (εικόνα 1η, στ. 2-3). πεθαμένα παιδιά ανέβαιναν ολοένα στον ουρανό/ κατέβαιναν μια στιγμή να πάρουν τους αετούς τους/ που τους είχαν ξεχάσει (εικόνα 2η, στ. 5-7. Εδώ η μόνη λέξη που αντιστοιχεί στην πραγματική αποκριά είναι οι αετοί). γυάλινος χαρτοπόλεμος/ μάτωνε τις καρδιές (εικόνα 3η, στ. 8-9). μια γυναίκα γονατισμένη/ ανάστρεφε τα μάτια της σα νεκρή (εικόνα 4η, στ. 10-11). μόνο περνούσαν φάλαγγες στρατιώτες εν-δυο/ εν-δυο με παγωμένα δόντια (εικόνα 5η, στ. 12-13). Το βράδυ βγήκε το φεγγάρι/ αποκριάτικο/ γεμάτο μίσος/ το δέσαν και το πέταξαν στη θάλασσα/ μαχαιρωμένο (εικόνα 6η, στ. 14-18).
Η ιστορία του ποιήματος είναι μια και διαρθρώνεται σε έξι
διαδοχικές εικόνες […] που κυμαίνονται ανάμεσα σε δύο πραγματικότητες, της
πραγματικής αποκριάς και του ποιητικού της ειδώλου, και σημασιοδοτούν συνεχώς
το μήνυμα του ποιήματος. Στις εικόνες αυτές κυριαρχεί η ερημιά, η ανυπαρξία
ζωής, ο πόνος, ο θάνατος, το μίσος».
Σχήμα κύκλου: υποβάλλει τις επιθυμίες
του ποιητή. Η ποίησή του είναι επηρεασμένη από τις μισαλλόδοξες σκηνές βίας που
κυριάρχησαν στον τόπο τη δεκαετία του ’40. Στο ποίημά του παρουσιάζει την
εικόνα μιας σφαγμένης αθωότητας. Τα μαχαίρια, το αίμα και τα άλλα αιχμηρά
αντικείμενα (γυάλινος χαρτοπόλεμος), έρχονται και επανέρχονται στα ποιητικά του
τοπία. Μια φαινομενικά χαρούμενη γιορτή στην ποίηση του Σαχτούρη γίνεται
εφιάλτης όχι από κάποια ψυχική παθογένεια, αλλά γιατί έτσι ΕΙΝΑΙ η
πραγματικότητα. Με την επανάληψη λοιπόν του 1ου στίχου και στο
τέλος ο ποιητής ξορκίζει αυτή την πραγματικότητα και μένει με την
απραγματοποίητη ευχή του, η οποία εκφράζεται ανοίγοντας και κλείνοντας την
ιστορία του.
οι δύο αφηγηματικές ενότητες του θέματος: η
πρώτη εκτείνεται σε ένα διάστημα ορίων μεταξύ μιας συνοικίας αστικής και του
ουρανού (στ. 1-13) και η δεύτερη, αντιστρόφως, μεταξύ ουρανού και γης (και
θάλασσας, στ. 14-19). Η πρώτη είναι αυτή που συγκρατεί το βάρος της αφήγησης,
ενώ η δεύτερη είναι το συμπλήρωμά της: η μυθιστορηματική, θα λέγαμε, προέκταση
του θέματος. Το διάκενο χωρίζει τις δύο αυτές θεματικές ενότητες.
Αφήγηση: ανοίγει με μια κίνηση από κάτω προς τα
πάνω (από τη γη προς την περιοχή του ουρανού, στ.2-5) και κλείνει με μια κίνηση
αντίστροφη από πάνω προς τα κάτω (από την περιοχή του ουρανού στη γη,
στ.14-18). Μια κίνηση λοιπόν εναντιόδρομη, και συνδηλώνεται ρητά και άμεσα μ’
ένα από τα κεντρικά επεισόδια του μύθου: πεθαμένα παιδιά ανέβαιναν ολοένα στον
ουρανό κατέβαιναν μια στιγμή να πάρουν τους αετούς τους που τους είχαν ξεχάσει
και εξυπακούεται έμμεσα και στην επόμενη εικόνα: «μια γυναίκα γονατισμένη» (και
αρά ζωντανή, εδώ στη γη), αλλά που «ανέστρεφε τα μάτια της σα νεκρή» (και άρα
ασάλευτη, προσβλέποντας εκεί προς την περιοχή του ουρανού). Μια κίνηση,
εσωτερικά, στο σώμα της αφήγησης, αμφίδρομη, που καταλήγει κυκλική. Και με την
επανάληψη του πρώτου ως τελευταίου στίχου επισφραγίζεται και εξωτερικά από τον
ποιητή μια τεχνική πανάρχαια: η κύκλια σύνθεση».
Περνώντας από τη σκηνογραφία στη σκηνοθεσία, δηλαδή από τη διάσταση του χώρου στη διάσταση του χρόνου και της δράσης, βλέπομε ν’ αναπτύσσεται, κατά τα προηγούμενα, μία αποκριά: α) επίκαιρα και ιστορικά προσδιορισμένη και β) αχρονική: πλασματική και μυθοποιημένη. Επίκαιρα, καθώς το δείχνει η ακριβής και γνώριμη από τους παλαιούς ειρηνικούς καιρούς περιγραφή της. […] Αλλά και ιστορικά σημασιοδοτημένη, καθώς προεικονίζεται με τις αναφορές «πεθαμένα παιδιά» (στ.5), «μάτωνε τις καρδιές» (στ.9), «μια γυναίκα σα νεκρή» (στ.10-11), προπαντός με τη ρητή κατάληξη όλης της ενότητας (στ.12-13). […] Είναι λοιπόν και μία, σφραγισμένη από τις μνήμες του Εμφυλίου (ίσως και της Κατοχής), πολεμική αποκριά. Και μολαταύτα είναι μεταποιημένη. είναι, δηλαδή πλασματική και μυθοποιημένη. Βλέπομε να συμβαίνει «σ’ εν’ άλλο κόσμο» (στ.1, 20), βλέπομε τα παιδιά ν’ ανεβοκατεβαίνουν «στον ουρανό» (στ.5-6), βλέπομε το φεγγάρι να το δένουν και να το πετούν «μαχαιρωμένο στη θάλασσα» (στ.17-18). Μάλιστα επισημαίνω εδώ και δύο διακριτικά γνωρίσματα κοινά: πως και τα δύο αφηγηματικά πεδία ανακόπτονται στο τέλος βίαια. Το γεγονός, που θα χρησίμευε ως αφορμή και έχει ως θέμα της η κύρια αφήγηση, το τερματίζει βίαια ο πόλεμος με τις φάλαγγες των στρατιωτών (στ.12-13), και τη μυθιστορηματική προέκταση του, που επινόησε και ενσωμάτωσε στο γεγονός ο ποιητής, την τερματίζει επίσης βίαια η σκηνή των δολοφόνων του φεγγαριού (στ.17-18).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου