► (Απλό)
κατηγορούμενο
(Απλό) Κατηγορούμενο λέγεται το ουσιαστικό ή το επίθετο που προσδίδει μια ιδιότητα στο
υποκείμενο ή το αντικείμενο δια μέσου του ρήματος.
Ως κατηγορούμενο μπορεί να τεθεί επίσης οποιοσδήποτε
ονοματικός τύπος, δηλαδή αντωνυμίες, αριθμητικά, ουσιαστικοποιημένα επίθετα και
μετοχές, απαρέμφατο, καθώς και δευτερεύουσες ονοματικές προτάσεις.
π.χ.
Ἡ πόλις φρούριον κατέστη. (ουσιαστικό)
Τὸ λέγειν πράττειν ἐστίν. (απαρέμφατο)
Τὸ λέγειν πράττειν ἐστίν. (απαρέμφατο)
Το κατηγορούμενο συμφωνεί πάντα σε γένος, αριθμό και πτώση με τον όρο στον
οποίο αναφέρεται, δηλαδή με το υποκείμενο ή το αντικείμενο.
Σε αρκετές περιπτώσεις όμως, όταν το υποκείμενο είναι
μια αφηρημένη ή γενική έννοια, το κατηγορούμενο βρίσκεται σε ουδέτερο γένος
ενικού αριθμού, ανεξάρτητα από το γένος του υποκειμένου.
π.χ. Ἡ μὲν φύσις ἐστὶν ἄτακτον.
(= Η φύση είναι κάτι το απείθαρχο.)
Τα ρήματα τα οποία συντάσσονται με κατηγορούμενο στο υποκείμενό τους
λέγονται συνδετικά και είναι τα εξής:
α) το ρήμα εἰμὶ και
τα συνώνυμά του:
|
γίγνομαι, καθίσταμαι (= γίνομαι), ὑπάρχω,
|
τυγχάνω (= τυχαίνει να είμαι), διατελώ (=
είμαι συνεχώς),
|
ἔφυν (= γεννήθηκα), πέφυκα (=
είμαι από τη φύση μου),
|
ἀποβαίνω (= φαίνομαι), ἐκβαίνω (=
γίνομαι)
|
β) τα προχειριστικά
ρήματα , δηλαδή όσα σημαίνουν εκλογή:
|
αἱροῦμαι (= εκλέγω, εκλέγομαι), χειροτονῶ (= εκλέγω με
ανάταση του χεριού),χειροτονοῦμαι,
|
λαγχάνω (= τυχαίνω), ἀποδείκνυμι (= διορίζω,
καθιστώ), ἀποδείκνυμαι
|
γ) τα κλητικά
ρήματα:
|
καλοῦμαι, λέγομαι,
ὀνομάζομαι, προσαγορεύομαι
|
► Γενική
κατηγορηματική
Γενική κατηγορηματική λέγεται η γενική ενός ουσιαστικού που συντάσσεται με ρήματα
συνδετικά, η οποία τίθεται στη θέση κατηγορουμένου και έχει κατηγορηματική
σημασία. Η γενική κατηγορηματική διακρίνεται σε:
Διαιρετική, η οποία δηλώνει το σύνολο, μέρος του οποίου είναι το υποκείμενο.
π.χ. Ἦν δὲ καὶ οὗτος τῶν στρατηγῶν.
(= Ήταν και αυτός από τους στρατηγούς.)
Κτητική, η οποία δηλώνει τον κάτοχο του υποκειμένου.
π.χ. Ὁ ναός ἦν τῆς θεάς.
(= Ο ναός ήταν της θεάς.)
Ιδιότητας, η οποία δηλώνει μια ιδιότητα του υποκειμένου.
π.χ. Τούτου τοῦ τρόπου εἰμί
(= Είμαι αυτού του χαρακτήρα.)
Ύλης, η οποία δηλώνει την ύλη από την οποία έχει κατασκευαστεί το υποκείμενο.
π.χ. Αἱ ἀσπίδες ἦσαν χαλκοῦ
(= Οι ασπίδες ήταν από χαλκό)
Αξίας, η οποία δηλώνει την αξία του υποκειμένου.
π.χ. Ἡ οἰκία ἦν χιλίων ταλάντων.
(= Το σπίτι ήταν αξίας χιλίων ταλάντων.)
Καταγωγής, η οποία δηλώνει την καταγωγή του υποκειμένου.
π.χ. Δαρείου καὶ Παρυσάτιδος γίγνονται παῖδες δύο.
(= Από τον Δαρείο και την Παρυσάτιδα γεννιούνται δύο παιδιά)
1.ΝΑ ΒΡΕΙΤΕ ΤΑ ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΑ ΚΑΙ
ΝΑ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΕΤΕ ΣΕ
ΠΟΙΟ ΜΕΡΟΣ ΤΟΥ
ΛΟΓΟΥ ΑΝΗΚΟΥΝ
n Ἐπίδαμνός ἐστι πόλις
n τὰ μὲν κατηγορημένα οὕτως ἐστὶ πολλά και δεινά
n πᾶς νόμος ἐστι εὕρημα μὲν καὶ δῶρον θεῶν
n ἡ μὲν φύσις ἐστὶν ἄτακτον
n Οἱ ἐθελονταί ἦσαν δισχίλιοι
n Εἰμί τυράννῳ ἐοικώς
n Τό σιγᾶν ἐστι σωφρονεῖν
n Ἡ ἀγορά ἦν πλησίον
n Φίλιππος ἐστιν ὅ,τι ἄν εἴποι τις
2. ΝΑ
ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΕΤΕ ΤΟ ΕΙΔΟΣ
ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΚΑΤΗΓΟΡΗΜΑΤΙΚΗΣ :
α. Ἡ Ζέλεια ἐστι τῆς Ἀσίας
β. Ὁ παῖς ἐστι δέκα ἐτῶν
γ. Θουκυδίδης ἐστί τῶν Ἀλιμουσίων
δ. Οὗτος ἐπιφανοῦς πατρός ἦν
ε. Αἱ οἰκίαι ἦσαν πλίνθων
στ. Ὁ Καλλίου οἶκος ἐλέγετο εἶναι ἑκατόν
ταλάντων
ζ. Το δίς ἐξαμαρτεῖν οὐκ ἀνδρός σοφοῦ
η. Ἡ σωφροσύνη τῶν μεγίστων ἀγαθῶν ἐστι
θ. Καλοῦ πατρός πέφυκαι.
Το τεῖχος εἴκοσι ποδῶν ἦν