ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ
ΕΝΟΤΗΤΑ ΠΡΩΤΗ
Ι. Η σκεπτικιστική πρόκληση–Διαφορετικά είδη
σκεπτικισμού
· Στο χώρο της
γνωσιολογίας, δηλαδή κατά την ενασχόληση με τη γνώση ως τέτοια, οι
φιλόσοφοι θέτουν το ερώτημα σχετικά με το εάν η γνώση μας για τα πράγματα
που δεχόμαστε πως υπάρχουν είναι δυνατή.
· Με άλλα λόγια το ερώτημα έχει
ως εξής: μπορούμε να γνωρίσουμε τα πράγματα;
· Στο ερώτημα
αυτό δεν υπάρχει μια καταφατική ή αρνητική απάντηση. Οι
φιλόσοφοι απαντούν διαφορετικά, ανάλογα με αυτά που παρατηρούν.
· Τι παρατηρούν; Πως η
ικανότητα του νου μας να συλλαμβάνει την πραγματικότητα υπόκειται σε
σοβαρούς περιορισμούς.
· Επίσης διαπιστώνουν πως
οι αισθήσεις μας συχνά-πυκνά μας εξαπατούν,
οισυλλογισμοίείναι λαθεμένοι ή οδηγούν σε λάθος, με αποτέλεσμα να
προβληματιζόμαστε για τους κανόνες που διέπουν τη σκέψη μας, δηλαδή για τις
μεθόδους και την οργάνωση της σκέψης μας. που κάνουμε
· Τέλος
παρατηρείται ασυμφωνία σε πολλά και σημαντικά ζητήματα.
· Από αφορμή τέτοιες και άλλες
παρόμοιες εμπειρίες, οι φιλόσοφοι αμφιβάλλουν για το αν μπορούμε να
έχουμε βέβαιη γνώση για τον κόσμο ή αν έχουμε μια ψευδή αντίληψη
γι’ αυτόν.
· Οι φιλόσοφοι που υποστηρίζουν
ότι μας λείπουν τα ασφαλή κριτήρια για να αποφασίσουμε εάν και πότε γνωρίζουμε
κάτι αληθινό, που θέτουν υπό αμφιβολία τη βεβαιότητά μας για τη γνώσης
ονομάζονται σκεπτικοί ή σκεπτικιστές.
· Η αντίστοιχη φιλοσοφική στάση
ονομάζεται σκεπτικισμός. Ο σκεπτικισμός έχει μακρά
ιστορία: από την αρχαιότητα έως σήμερα. Υπάρχουν διάφορες μορφές
σκεπτικισμού.
α) Αρχαίος σκεπτικσιμός:
– αμφισβήτηση της δυνατότητας για γνώση
– επιδίωξη αταραξίας
· Πρώτες σκεπτικιστικές αμφιβολίες για
τη γνώση:
– Προσωκρατικοί
– Σοφιστές
– Σωκράτης
· Συστηματικός σκεπτικισμός:
· «Πυρρώνειος»: από
τους οπαδούς του Πύρρωνα.
· Ακαδημαϊκός: από αυτούς
που δίδαξαν στην Ακαδημία του Πλάτωνα.
· Γνωρίσματα:
Ι. επίτευξη αταραξίας, ψυχικής γαλήνης ως απόρροια της
αποδοχής ότι η γνώση είναι ανέφικτη.
ΙΙ. Για κάθε θέμα
υπάρχουν δύο αντίθετες αλλά ισοδύναμες-ισοσθενείς απόψεις. Έτσι δεν μπορούμε να
αποφασίσουμε υπέρ της μιας ή της άλλης.
ΙΙΙ. Πρέπει να μην
παίρνουμε θέση απέναντι σε οποιαδήποτε θεωρητική πεποίθηση σχετικά με τη φύση
της πραγματικότητας.
ΙV. Τα επιχειρήματα των αρχαίων
σκεπτικών ονομάζονται τρόποι, ήτοι ισοδύναμες απόψεις που δεν μας
επιτρέπουν να επιλέξουμε.
V. Παραδείγματα:
– διαφορετικές
εντυπώσεις από το ίδιο πρόσωπο και για το ίδιο πράγμα ανάλογα
με τη συναισθηματική κατάσταση.
– αντίθετες
πεποιθήσεις λόγω διαφορετικού κοινωνικού περιβάλλοντος.
VI. Οι ακαδημαϊκοί είναι
πιο μετριοπαθείς: δέχονται πως οι πεποιθήσεις μας έχουν ένα βαθμό πιθανότητας
να είναι αληθείς. Λέγονται ακαδημαϊκοί, επειδή δίδαξαν στην Ακαδημία του
Πλάτωνα.
Β. σσ. 62-66:
β) Νεότερες μορφές σκεπτικισμού
⇒ Εκπρόσωποι: α) Ρενέ Ντεκάρτ
ή Καρτέσιος β) Χιουμ.
1. Ακραία μορφή σκεπτικισμού: Ρενέ Ντεκάρτ ή
Καρτέσιος (17ος αιώνας).
· Ο Ντεκάρτ αναζήτησε στέρεα
θεμέλια για τη γνώση, με δεδομένα τα χαρακτηριστικά της εποχής του:
– ραγδαία ανάπτυξη
της επιστήμης
– έντονες
θρησκευτικές έριδες ανάμεσα στους καθολικούς και τους προτεστάντες.
· Ο φιλόσοφος υποστήριξε:
α) δεν ξεχωρίζουμε με βεβαιότητα την
κατάσταση του ονείρου, την οποία υποτίθεται ότι συνειδητοποιούμε μόνο αφού
έχουμε ξυπνήσει, από την κατάσταση της εμπειρίας μας, όταν ήδη είμαστε ξύπνιοι.
β) δεν μπορούμε να δεχτούμε με ασφάλεια λογικές
και μαθηματικές αλήθειες, οι οποίες υποτίθεται ότι ισχύουν και όταν κοιμόμαστε
και όταν είμαστε ξύπνιοι.
γ) πού στήριξε την αμφιβολία του για τις
μαθηματικές αλήθειες; Στην υπόθεση ότι μπορεί να μας έκανε να τις
πιστέψουμε κάποιος «μοχθηρός δαίμονας».
δ) κάθε αμφιβολία μας για την αλήθεια της μιας ή
της άλλης πεποίθησης για να υπάρχει προϋποθέτει την ύπαρξη
του υποκειμένου που τις σκέφτεται.
ε) η στιγμή λοιπόν που σκέφτεται ο άνθρωπος
είναι και στιγμή της ύπαρξής του. Το «υπάρχω» ισχύει, όταν το σκέφτομαι.
Πρέπει να το σκέφτομαι για να αμφιβάλλω ως προς αυτό. Παύει να είναι
αντικείμενο αμφιβολίας, όταν το βλέπω. Έτσι κατανοείται καλύτερα η περίφημη
ρήση του Ντεκάρτ: σκέφτομαι, άρα υπάρχω.
· Η πεποίθηση του
φιλοσόφου ότι το υποκείμενο σκέψης γνωρίζει με σιγουριά ότι υπάρχει την
ίδια στιγμή που σκέπτεται και ότι συγχρόνως αποτελεί άυλη οντότητα είναι
εσφαλμένη.
· Πιστεύει ότι η αμφιβολία
αίρεται μέσα από την απόδειξη της ύπαρξης του θεού.
· Τα επιχειρήματα για
το ζήτημα του θεού είναι τα εξής:
α) οι άνθρωποι είναι ατελή όντα και ως
τέτοια δεν αποτελούν την αιτία της ιδέαςτηςτελειότητας παρά
την έχουν μόνο στο νου τους. Αναγκαστικά η αιτία υπάρχει έξω από τον ανθρώπινο
νου· είναι η «πραγματικότητα» που αντιστοιχεί στον «τέλειο θεό».
Με άλλα λόγια: η ιδέα του «τέλειου όντος» που
συλλαμβάνει με τη σκέψη του ο άνθρωπος,δηλαδή είναι εμφυτευμένη στο νου
του, συνεπάγεται την ύπαρξη αυτού του όντος, την πραγματικότητα του οποίου
παριστά ο θεός. Άρα ο θεός είναι η αιτία που εμφυτεύει μέσα στον ανθρώπινο νου
την ιδέα της τελειότητας.
β) η ύπαρξη κρύβει τελειότητα, γιατί η ανυπαρξία
συνιστά ένα είδος ατέλειας. Άρα ο θεός, που περιέχει κάθε είδους τελειότητα,
πρέπει να υπάρχει.
· Τα επιχειρήματα του Ντεκάρτ
για το θέμα του θεού δεν είναι πειστικά για τους περισσότερους φιλοσόφους.
· Μπορεί, για παράδειγμα, η
ιδέα της τελειότητας να μην έχει προέλθει από την ανάγκη να υπάρχει θεός, αλλά
να είναι σχηματισμένη μέσα στη σκέψη από τον ίδιο τον άνθρωπο.
· Ακόμη, η ύπαρξη δεν μπορεί
υποχρεωτικά να ταυτίζεται με την ιδέα που φαντάζεται ο νους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου